Αντιφασιστική/αντικρατική διαδήλωση – Ούτε στο Ν.Ηράκλειο, ούτε πουθενά, Σάββατο 6/5 στις 19:00 στην πλατεία ΗΣΑΠ Ν. Ηρακλείου

Τον τελευταίο χρόνο – και μετά την «έξοδο» από την εποχή των λοκντάουν – σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, παρατηρείται μια δειλή αλλά σταθερή κινητικότητα ακροδεξιών, φασιστικών στοιχείων, με μικρές γκρούπες πολύ νεαρών ατόμων να είναι, κατά κανόνα, οι φορείς της. Μπορεί αυτή η κινητικότητα να φαντάζει ακόμα «ακίνδυνη», μικρή, και να εξαντλείται συνήθως σε νυχτερινές μάχες με τοίχους, μάντρες, λινάτσες, σπρέυ πληκτρολόγια και social media, όμως, σιγά σιγά, σε κάποιες από τις γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά αυτή η παρουσία φαίνεται να επιδιώκει μια μορφή εδαφικοποίησης, έστω σε επίπεδο θεάματος αλλά και την μόλυνση του δημόσιου λόγου και χώρου στις περιοχές αυτές επιχειρώντας ακόμα και σποραδικές επιθέσεις σε τρανς άτομα, μετανάστες σε διάφορα μέρη της Αθήνας, ενώ πρόσφατα καταγράφτηκε και το περιστατικό της πισώπλατης επίθεσης με μαχαίρι σε αντιφασίστα σύντροφο πέριξ της πλατείας Βικτωρίας, μετά από αντιφασιστική πορεία στην Καλλιθέα. Το περιστατικό αυτό, ως συνέλευση, το αναγνώσαμε ως σημαντικό πολιτικό και κοινωνικό γεγονός και το ίδιο φάνηκε πως έκανε και το αντιφασιστικό κίνημα εν γένει, δίνοντας άμεσες και ηχηρές απαντήσεις στον δρόμο, με δημόσιες και μη παρεμβάσεις και δράσεις. Ο κόσμος του αντιφασισμού έχει από καιρό στρέψει την προσοχή του στις γειτονιές στις οποίες οι θρασύδειλοι φασίστες επιχειρούν να εμφανιστούν και με πολύμορφες παρεμβάσεις επιδιώκει να έχει διαρκή παρουσία σε όλα τα επίπεδα. Από το επίπεδο της αντιφασιστικής προπαγάνδας, μέχρι την υλική σύγκρουση με τα ακροδεξιά γκρουπούσκουλα.

Για εμάς, αυτό που συμβαίνει σε αυτές τις γειτονιές αποτελεί μια χαρακτηριστική μικρογραφία της μεγάλης εικόνας και της μετατροπής του κοινωνικού και οικονομικού περιβάλλοντος σε ολοένα και πιο εύφορο, για τον μισαλλόδοξο ρατσιστικό λόγο, έδαφος. Η οικονομική κρίση που σοβεί από το 2008 έφερε σε βάθος χρόνου την αναρρίχηση ακροδεξιών κομμάτων σε όλον τον κόσμο, με τις ΗΠΑ και πολλές ευρωπαϊκές χώρες να εκπροσωπούνται και να κυβερνώνται κατά καιρούς από ακροδεξιούς, υπερσυντηρητικούς, εθνικιστικούς κομματικούς σχηματισμούς. Σε μεγάλο βαθμό, ο κυρίαρχος λόγος σε αυτό που ονομάζεται «Δύση» έχει πλέον σαφή εθνοκεντρικά, σοβινιστικά χαρακτηριστικά με το ψευδοαφήγημα του παγκοσμιοποιημένου «τέλους της ιστορίας» να καταρρέει με πάταγο αφήνοντας πίσω του νέους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, φράχτες και στρατόπεδα θανάτου προσφύγων, περιχαράκωση σε σύνορα και διαρκώς αυξανόμενο μιλιταρισμό. Αυτό είναι σε πολύ αδρές γραμμές το πολιτικό περιβάλλον του σήμερα, τουλάχιστον όσον αφορά το δυτικό μπλοκ αλλά και τις περισσότερες μεγάλες δυνάμεις παγκοσμίως. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον κρίσης, υγειονομικής και συνεχιζόμενης οικονομικής, αλλά και πλέον ενεργειακής και πληθωριστικής, ο ακροδεξιός λόγος βρίσκει χώρο παντού στον κοινωνικό ιστό. Σε μια αμφίδρομη κίνηση, ο λόγος αυτός εκπορεύεται από την κυριαρχία διαχέεται στην κοινωνική πυραμίδα και επιστρέφει ως επίσημη πολιτική. Θα πρέπει να είναι αναμενόμενο ότι αυτή η μετατόπιση προς τη συντήρηση και την άκρα δεξιά θα εμφανιστεί σε όλα τα πεδία και βέβαια στο ακτιβιστικό πεδίο, στο πεδίο του «δρόμου».

Ο διευρυμένος αντιφασιστικός αγώνας της περιόδου αμέσως μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και καθόλη την πρώτη «μνημονιακή» περίοδο είναι και σήμερα ξανά επίκαιρος και απαραίτητος. Οι ριζοσπαστικοί αντιφασιστικοί αγώνες εκείνης την περιόδου, σε συνδυασμό με τις μαζικές συγκρουσιακές διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα, έστησαν αναχώματα και εδραίωσαν τη νικηφόρα παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος στον δρόμο.

Οι φασίστες αν και πασχίζουν να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους μέσα από τα συνωμοσιολογικά και λαϊκίστικα αφηγήματα τους ως αντισυστημικούς, αποτελούν διαχρονικά δομικό στοιχείο του καπιταλισμού και του κράτους ιδίως σε περίοδο κρίσεων, έχοντας οργανικές σχέσεις με το βαθύ κράτος, τα σώματα καταστολής και αποτελώντας την εμπροσθοφυλακή των αφεντικών και τον εγγυητή της συνέχισης της κερδοφορίας τους μέσω της εργατικής μας υποτίμησης. Αυτό τον ρόλο διαδραμάτισαν οι φασίστες, εκτός των άλλων, και στην εποχή των μνημονίων. Αποτέλεσαν έναν μεγάλο αντιεξεγερτικό, απεργοσπαστικό μηχανισμό με οργανικούς δεσμούς με το τοπικό κεφάλαιο, που εξασφάλιζε φθηνά εργατικά χέρια και εκμετάλλευση χωρίς αντιστάσεις. Τόσο στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη στο Πέραμα, με τις συνεχιζόμενες δολοφονικές επιθέσεις εναντίον απεργών και τη δημιουργία του εργοδοτικού σωματείου Άγιου Νικόλα με τις ευλογίες και τη στήριξη του κινεζικού και εφοπλιστικού κεφαλαίου, όσο και με τις συνεχιζόμενες δολοφονικές επιθέσεις σε μετανάστες εργάτες γης στον Ασπρόπυργο. Παράλληλα, με τη δημιουργία τοπικών οργανώσεων πανελλαδικά, επιχείρησαν να εξασφαλίσουν την ηγεμονία τους στον δημόσιο χώρο, σε σχολεία, λαϊκές αγορές, πανεπιστήμια και σχολεία. Και όλα αυτά φυσικά με την οργανική σχέση και διαπλοκή φασιστών τοπικών αστυνομικών τμημάτων, που σε ορισμένες ειδικά περιοχές, όπως η Νίκαια και ο Άγιος Παντελεήμονας, πήρε χαρακτηριστικά καθημερινής συνεργασίας, με ανταλλαγή πληροφοριών, αλληλοκάλυψη και κοινό οπλισμό. Ενώ η οργανική αυτή διαπλοκή φτάνει και στους υπόλοιπους κρατικούς μηχανισμούς με πιο πρόσφατο παράδειγμα τον αντιεισαγγελέα Κανελλόπουλο που διορίστηκε Πρόεδρος του κόμματος Κασιδιάρη.

Η Ακροδεξιά, από την κορυφή της κρατικής μηχανής έως και την τελευταία ναζιστική ή εθνικιστική γκρούπα, επιχείρησε να κεφαλαιοποιήσει με την δυναμική επανεμφάνισή της στα μακεδονικά συλλαλητήρια και στις συγκεντρώσεις, της πρόσφατης περιόδου, των αρνητών της πανδημίας και των συνωμοσιολόγων, μια διάχυτη γενική δυσαρέσκεια. Είναι τέτοια η φύση του ακροδεξιού λόγου που επιχειρεί και πολλές φορές καταφέρνει να ενοποιεί μια περίπλοκη πραγματικότητα και να παράγει «συνολικές» (στην πραγματικότητα θολές, αφηρημένες και εύπεπτες) αφηγήσεις σε ένα κοινό ημιμαθές, ασταθές, φτωχοποιημένο και ανασφαλές. Οι καθολικές αυτές αφηγήσεις θολώνουν παρά εξηγούν το σύνολο αυτών που περιβάλλουν και επηρεάζουν κυρίως τα μεσαία και χαμηλά στρώματα τα οποία αναζητούν πάντα μια εύκολη εξήγηση για αυτά που τους συμβαίνουν βάζοντας κάθε φορά σε ένα ενιαίο κάδρο τους «αντιπάλους», είτε αυτοί είναι οι Εβραίοι, οι κομμουνιστές, οι μετανάστριες, τα LGBTQIA+ άτομα, είτε κάποιοι – αφηρημένα πάντα – κακοί, ξένοι, «προδότες διεφθαρμένοι πολιτικοί».

Η βαθιά ενεργειακή κρίση, η πιθανή εκτεταμένη επισιτιστική κρίση, οι πληθωριστικές πιέσεις και η αβάσταχτη για τους περισσότερους ακρίβεια, η ανασφάλεια του πολέμου που πλέον διεξάγεται και σε ευρωπαϊκό έδαφος, η απειλή του πυρηνικού ολέθρου και οι πολεμικές ιαχές από τις δυο πλευρές του Αιγαίου έρχονται να προστεθούν στην ζοφερή πραγματικότητα της τελευταίας, σχεδόν, 15ετίας, συνθέτοντας ένα ακόμα πιο πρόσφορο για τον φασιστικό λόγο, έδαφος. Οι δυνάμεις του μαχητικού αντιφασισμού αλλά και των ευρύτερων προοδευτικών και ριζοσπαστικών κομματιών που μάχονται με οποίο τρόπο επιλέγουν τον φασιστικό οχετό, θα είναι και σε αυτήν την συγκυρία ένας από καθοριστικούς παράγοντες για την εξέλιξη των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών την αμέσως επόμενη περίοδο στο εσωτερικό της κοινωνίας. Κανένα μέτρο δημοσίου χώρου, κανένα βήμα δημοσίου λόγου δεν πρέπει να αφεθεί στα χέρια των φασιστών, σε όποια μορφή κι αν εμφανίζονται. Σε πανεπιστήμια, σχολεία, χώρους εργασίας και παντού το φασιστικό φαινόμενο πρέπει να παταχθεί με κάθε μέσο.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, και σε μια περίοδο που περαν όλων των άλλων είναι και προεκλογική, που σημαίνει ότι οι κάθε λογής ακροδεξιοί θα επιδιώξουν να εμφανιστούν δημόσια όσο μπορούν για να πετύχουν ακόμα και την είσοδο ξανά στην κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά και εν μέσω ενός κλίματος γενικευμένης οργής για το κρατικό έγκλημα στα Τεμπη – οργής της οποίας ένα κομμάτι ο φασιστικός χώρος επιδιώκει να κεφαλαιοποιήσει- καλούμε τον κόσμο του αντιφασισμού να συμμετέχει στην πραγματοποίηση αντικρατικής/αντιφασιστικής διαδήλωσης στο Ν. Ηράκλειο.

«Χαρτογραφώντας» την πόλη, τις γειτονιές της και την παρουσία φασιστικών ομάδων σε αυτές αλλά και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κόσμου που δραστηριοποιείται στις γειτονιές αυτές, φαίνεται πως την στιγμή αυτή, η γειτονιά του Ν. Ηρακλείου, είναι από αυτές που το αντιφασιστικό κίνημα πρέπει να στρέψει άμεσα την προσοχή και τις δυνάμεις του.

Μοιάζει, ένας μικρός θρασύδειλος πυρήνας νεαρών φασιστών να θεωρεί τη γειτονιά εκεί, «δική του». Η προηγούμενη περίοδος κατά την οποία θεωρούσαν το ίδιο, έληξε με την εκτέλεση δυο «φρουρών» της νεοναζιστικής Χ.Α. που νόμιζε πως η ύπαρξη στη γειτονιά των γραφείων της λίγα -όπως πάντα- μέτρα από το αστυνομικό τμήμα θα μπορούσε να εδραιώσει την ηγεμονία της στην περιοχή. Ο «βόρειος τομέας» για τον οποίον ψωροπερηφανεύονταν στα πρώτα «μνημονιακά» χρόνια της ακμής τους αποδείχθηκε ανασφαλές και εχθρικό για αυτούς έδαφος. Βουλευτής τους ξυλοκοπήθηκε, τα γραφεία τους έκλεισαν, οι αντιφασιστικές δυνάμεις και οι καταλήψεις της ευρύτερης περιοχής στάθηκαν αποφασιστικά στον δημόσιο χώρο ενώ τα – όλο και μικρότερα σε προσέλευση πλέον – μνημόσυνα των νεοναζί πάντα διεξάγονταν υπό τον κλοιό αντιφασιστικών συγκεντρώσεων και την προστασία της αστυνομίας. Καλούμε τον κόσμο της γειτονιάς, της ευρύτερης περιοχής, αλλά και όλο τον κόσμο του αντιφασισμού να δώσουμε ξανά τις δυνάμεις μας και τις μάχες που πρέπει να δοθούν εκεί, ώστε και η νέα αυτή γενιά φασιστών να πάρει τον δρόμο που πήραν και όλες οι προηγούμενες, τον δρόμο προς τις τρύπες της.

ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΦΑΣΙΣΜΟ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΕ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΡΙΕΣ.

Αλληλεγγύη στους 2 αγωνιστές που διώκονται για επιθέσεις στα γραφεία της Χ.Α και σε όσους/όσες διώκονται για αντιφασιστικές δράσεις.

Αντιφασίστες, αντιφασίστριες από το κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά

Μοιραστείτε το άρθρο