“Η μεγάλη εργασιακή απορρύθμιση”: Τοποθέτηση του Κώστα Παπαδάκη για το βιβλίο του Γιάννη Κουζή

 

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΗ ΟΜΙΛΙΑ ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΥΖΗ «Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΡΓΑΣΙΑΚΗ ΑΠΟΡΡΥΘΜΙΣΗ» (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΠΟΣ) ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 19/1/2023 ΣΤΟΝ ΣΤΛΛΟΓΟ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ

Κυρίες και κύριοι,

Καλησπέρα.

Ευχαριστώ για την πρόσκληση και ευχαριστώ τον παλιό μου φίλο και συναγωνιστή, Σπύρο Σακελλαρόπουλο, διότι με χαρακτήρισε ως εργατολόγο κατά την παρουσίαση των ομιλητών. Είναι ένας ιδιαίτερα τιμητικός τίτλος, και είναι κρίμα που σήμερα δεν βλέπω κανέναν από το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Δικηγόρων Εργατολόγων, διότι είναι η πιο πολύτιμη πλευρά της δικηγορίας που έχει συνεισφέρει στο εργατικό κίνημα, αγωνιζόμενη δεκαετίες κάτω από αντίξοες συνθήκες, ενάντια σε εργοδότες με τρομερή αποδεικτική υπεροχή και χτυπήματα πάνω και κάτω από το τραπέζι, έχοντας ως όπλο μια ελλιπή εργατική νομοθεσία, ακωδικοποίητη και χωρίς τη συστηματική ταξινόμηση που θα επέτρεπε την αξιοποίηση της και, πολλές φορές, εργαζόμενους πελάτες οι οποίοι δεν κατανοούν την δυσκολία των δικαστικών αγώνων αυτών. Οι εργατολόγοι έχουν συμβάλει, λοιπόν, και στην διατήρηση των εργατικών κατακτήσεων, και στην διατήρηση του εργατικού εισοδήματος όλα αυτά τα χρόνια και μπορεί να μην έχουνε το τουπέ που έχουνε οι ποινικολόγοι ή διάφοροι άλλο τέτοιοι, εμπορικολόγοικλπ, αλλά η αξία τους είναι πολύ μεγαλύτερη, έστω και αν η τιμή τους είναι μικρή. Παρά ταύτα, δεν θα χαρακτήριζα τον εαυτό μου εργατολόγο, γιατί όπως ο Σπύρος θυμάται από τις Αριστερές Συσπειρώσεις Φοιτητών, που πριν από τέσσερις δεκαετίες αγωνιζόμασταν μαζί, λέγαμε τότε, το λέγανε κι άλλοι πριν από εμάς, από το γαλλικό Μάη ήδη, ότι «η εξουσία σου δίνει τις γνώσεις με τις οποίες μπορεί να σε ελέγχει, όχι εκείνες με τις οποίες μπορείς εσύ να την ελέγχεις». Και γι’ αυτό δεν πρέπει να αυτοπεριοριζόμαστε σε ειδικότητες, είναι πάρα πολύ καλό να ξέρει κάποιος πάρα πολύ καλά ένα αντικείμενο, είναι κακό να ξέρει μόνο ένα αντικείμενο. Δεν έχει στεγανά η νομική και η δικηγορία, δεν μπορείς να έχει εποπτεία πάνω στο γνωστικό αντικείμενο και εν τέλει στην κίνηση της κοινωνίας, αν είναι περιορισμένος σε ένα μόνο τομέα. Αγαπώ, τιμώ το Εργατικό Δίκαιο και έχω υποθέσεις Εργατικού όσες και ποινικές και αστικές, αλλά την έννοια του εργατολόγου την παίρνω τιμητικά και όχι περιοριστικά, και πάλι ευχαριστώ.

Έρχομαι λοιπόν στο θέμα του βιβλίου, για το οποίο θα προσπαθήσω (κάτι του άρεσε του Ήσυχου από αυτά που είπα και το απολαμβάνει, θα μας το πει μετά), το οποίο θα προσπαθήσω να συνοψίσω την παρουσίαση του σε δέκα σκέψεις βασικές, ελπίζω χωρίς να κουράσω, αφού πρώτα πω ότι αποτελεί μεγάλη τιμή για μένα η επιλογή από τον Γιάννη τον Κουζή να συμμετάσχω στην παρουσίαση, διότι έχοντας και την εμπειρία του εργατολόγου υπό την προεκτεθείσα έννοια, είμαι σε θέση να γνωρίζω πόσο σημαντικό είναι να είσαι ουσιώδες εν ανεπαρκεία είδος της ελλιπέστατης σ’ αυτόν τον τόπο αριστερής νομικής διανόησης και ότι άνθρωποι σαν τον Γιάννη τον Κουζή αποτελούν ένα φως στο σκοτάδι. Κι αυτό το πράγμα μεταλαμπαδεύεται σε εμένα και ευχαριστώ για την τιμή. Ερχόμενος στο βιβλίο, θεωρώ ότι

1) Πρώτα απ’ όλα το βιβλίο δεν αναφέρεται σε περίοδο τριάντα ετών μόνο, αναφέρεται σε όλη την περίοδο από το 1974 μέχρι τώρα, άρα περιλαμβάνει και όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο και αντανακλά μέσα από μία πιστή, με χρονική σειρά, με σωστή αξιολόγηση, παράθεση των νομοθετημάτων που διαδέχθηκαν το ένα το άλλο, την άνοδο και την πτώση μετά, τις νίκες και τις ήττες των εργατικών αγώνων. Αυτό συμβαδίζει και με μία μαρξιστική οπτική του δικαίου, διότι το δίκαιο και οι νόμοι δεν είναι τίποτε άλλο από την αποτύπωση της εκάστοτε έκβασης της ταξικής πάλης, της πάλης ανάμεσα στις δυνάμεις της εξουσίας και στην εργατική τάξη και τους συμμάχους της και οι νόμοι αποτυπώνουν κατακτήσεις ή αποδομήσεις, περιορισμούς ή κατακτήσεις, περιλαμβάνουν κατάκτηση δικαιωμάτων, περιλαμβάνουν στερήσεις δικαιωμάτων, και όλα αυτά είναι πολύτιμο να τα βλέπει κανένας στο σύνολο τους, είμαι από εκείνους που βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο και άρα δεν στέκομαι στα τελευταία χρόνια, που το βιβλίο πράγματι περιγράφει μία πτώση, διότι τα τελευταία δέκα ή δεκαπέντε χρόνια είναι ένα ασήμαντο μέγεθος μπροστά στην ιστορικότητα και εδώ θα πρέπει κανείς να το δει συνολικά από το 1974 και μετά, και ακόμα το δεύτερο σημείο είναι ότι μέσα από αυτήν την ιστορικότητα της εξέλιξης των νομοθετικών αλλαγών κατ’ ουσίαν το βιβλίο έχει όχι μία μόνο συμβολή στη συζήτηση για το εργατικό δίκαιο.

2) Το βιβλίο συμβάλλει εξ αντικειμένου στην πολιτική συζήτηση για την οριοθέτηση, την χρονική και πολιτική, της μεταπολίτευσης. Κάτι στο οποίο οι ιστορικοί δεν φαίνεται να έχουν καταλήξει ακόμα, κι όμως είναι τόσο πολύ απλό. Η περίοδος της μεταπολίτευσης, και μέσα από το βιβλίο του Γιάννη του Κουζή και την παράθεση της νομοθετικής εξέλιξης, είναι προφανές ότι διαρκεί από το 1974 μέχρι κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Λήγει δηλαδή τότε που : α) Διαμορφώνεται η διεθνής συγκυρία, πέφτει ο υπαρκτός σοσιαλισμός και εγκαθιδρύεται η νέα τάξη πραγμάτων, β) Εξαντλούνται οι κατακτήσεις με τις δεδομένες πολιτικές συνθήκες της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, γ) Αποχωρούν από το πολιτικό προσκήνιο τα πρόσωπα τα οποία πρωταγωνίστησαν στην μεταπολίτευση και μετά από λίγο καιρό φεύγουν από την ζωή.

3) Δεν είναι τυχαίο το γεγονός άλλωστε ότι κατά κανόνα η περίοδος των κατακτήσεων είναι από το 1974 μέχρι το 1990. Κατά κανόνα, γιατί δεν λείπουνε κατακτήσεις και τα μεταγενέστερα και τα δύσκολα χρόνια. Ενδεικτικά θα αναφέρω για παράδειγμα ότι, εκτός από το ν. 1976/1990 για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, την Διαιτησία κλπ, υπάρχει ο νόμος 2190/1994 για το ΑΣΕΠ που είναι κατάκτηση, αλλά και το Προεδρικό Διάταγμα 164/2004 για τους συμβασιούχους του Δημοσίου, και άλλα νομοθετήματα, ακόμα δε και στην εποχή των μνημονίων ο ν. 3846/2010 με την κατοχύρωση του 30% προσαύξησης για την εργασία το Σάββατο ως έκτη μέρα, ακόμα και ο «μεταμνημονιακός» νόμος του ΣΥΡΙΖΑ 4611/2019, που παρά τις εμφανείς προεκλογικές του σκοπιμότητες, επιτέλους θέσπισε υποχρέωση αιτιολόγησης στις απολύσεις, 100 χρόνια περίπου μετά από τότε περίπου, 99, που για πρώτη φορά θεσπίστηκε υποχρέωση αποζημίωσης του εργαζομένου που απολύεται,κάτι το οποίο στην χώρα αυτή δεν υπήρχε ποτέ και δυστυχώς, εδώ είναι η δική μου κριτική στο εργατικό κίνημα, δεν διεκδικήθηκε ποτέ. Πηγαίναμε στα δικαστήρια επικαλούμενοι το άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα περί κατάχρησης δικαιώματος, αντί να υπάρχει υποχρέωση αιτιολόγησης στις απολύσεις και βάρος απόδειξης στον εργοδότη. Ήρθε ο νόμος του Χατζηδάκη βέβαια και τα έκανε χειρότερα και περιττό να πω ότι ο πρώτος νόμος που κατάργησε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήτανε με τον πρώτο νόμο που έκανε, μάλλον ένα πολυνομοσχέδιο που, μεταξύ άλλων, κατάργησε το πανεπιστημιακό άσυλο, κατάργησε και την ολίγων μηνών ισχύουσα διάταξη για την αιτιολόγηση των απολύσεων και την κατάργηση και αναδρομικά από τον χρόνο που τέθηκε σε ισχύ.

4) Το τέταρτο σημείο το οποίο κατά τη γνώμη μου έχει πολύ μεγάλη αξία στο βιβλίο αυτό μέσα από την επισκόπηση των διατάξεων του εργατικού δικαίου είναι η αντίστιξη ανάμεσα στην σημασία των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας σε αντίθεση με τις ατομικές διαπραγματεύσεις και την λογική της δήθεν ισότητας εργαζόμενου και εργοδότη κατά την διαπραγμάτευση για τη συμφωνία των όρων της ατομικής σύμβασης εργασίας. Δεν θα μπορούσα στο σημείο αυτό να παραλείψω να θυμίσω κάτι που είχε πει ο Μαρξ στο βιβλίο του «Κριτική στο Πρόγραμμα Γκότα», σύμφωνα με την οποία διατυπώνει την άποψη ότι «Στην καπιταλιστική παραγωγή το ίσο δίκαιο είναι άνισο για άνιση εργασία, διότι δεν αναγνωρίζει ταξικές διαφορές, καθώς και γιατί ο καθένας δεν είναι παρά εργάτης, όπως και ο άλλος. Αναγνωρίζει όμως σαν φυσικά πρόσωπα τις άνισες ατομικές ικανότητες και, επομένως, την άνιση παραγωγική ικανότητα. Τα άνισα άτομα μπορούν να μετρηθούν μόνο με ίσο μέτρο, εφόσον τα βλέπει κανείς από την ίδια πλευρά, άρα λοιπόν το ίσο δίκαιο είναι άνισο δίκαιο για άνιση εργασία».

Αυτά δεν πρέπει να τα ξεχνάμε ποτέ, και απέναντι στη λύσσα η οποία υπάρχει και για την προγραφή της μεταπολίτευσης και για τη δυσφήμηση των εργατικών συνδικάτων, της δράσης τους κλπ, για την οποία, ειρήσθω εν παρόδω ότι συμφωνώ απολύτως στην οργανωτική ενότητα των συνδικάτων, είναι λυμένα αυτά από τότε που έγραφε ο Λένιν αν πρέπει να συμμετέχουμε στα αντιδραστικά συνδικάτα ή όχι, και εκεί οποιαδήποτε κινηματική δύναμη να πηγαίνει με τις απόψεις της, να προσπαθεί να διαμορφώσει έναν αγωνιστικό προσανατολισμό, πλαίσιο κλπ.

Η σημασία των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και της αξίας τους αποδεικνύεται μέσα και από το βιβλίο του Γιάννη, από τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζει τη συστηματική αποδόμηση, αποψίλωση τους, την απαξίωση της κανονιστικής ισχύος τους, την αποψίλωση της χρονικής ισχύος τους με την κατάργηση και τον περιορισμό της μετενέργειας, και τον περιορισμό και την κατάργηση της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, η οποία είναι προϊόν κατακτήσεων του εργατικού κινήματος και μεταφοράς των κατακτήσεων ενός κλάδου στους υπολοίπους κλπ.

5) Το βιβλίο επίσης αναδεικνύει και ειδικότερες πλευρές της εκμετάλλευσης. Θα σταθώ και πάλι στην ατομικοποίηση και θα διαβάσω ένα απόσπασμα από ένα, όχι από τον Μαρξ τώρα, αλλά από ένα πρόσφατο δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε (14,15/1/2023), που γράφει: «Ας μην ξεχνάμε ότι η ατομική σύμβαση εργασίας δεν είναι μια ελεύθερη για τον εργαζόμενο σύμβαση. Αυτός που ενεργεί υπό το κράτος της ανάγκης βιοπορισμού δεν μπορεί εξ ορισμού να είναι ελεύθερος. Χωρίς ισότητα ούτε ελευθερία υπάρχει. Ο εργαζόμενος είναι ελεύθερος να συνάψει μια σύμβαση εργασίας. Δεν είναι όμως ελεύθερος να μην τη συνάψει. Η ατομική σύμβαση εργασίας είναι η παρένδυση της βίας και της ανομίας στις εργασιακές σχέσεις, της βίας επειδή ο εργοδότης έχει τη δύναμη να επιβάλει τη θέληση του στον εργαζόμενο, και της ανομίας, γιατί με τον τρόπο αυτό στο περιεχόμενο της σύμβασης ως κανόνας εγγράφεται η παρανομία και η ανισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, σε βάρος του εργαζομένου εννοείται».

Αυτά τα γράφει ένας άλλος εκπρόσωπος του ουσιώδους εν ανεπαρκεία είδους της αριστερής νομικής διανόησης, ο πολυαγαπημένος μου Άρις Καζάκος, εργατολόγος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, άνθρωπος που κι αυτός, σαν τον Γιάννη, και στάση αρχής τηρεί στον βίο και στην στάση του γενικότερα, και στις σειρήνες δεν υπακούει.

6) Ακόμα, ειδικές πλευρές της εκμετάλλευσης που αναδεικνύονται από το βιβλίο του Γιάννη, εκτός από την ατομικοποίηση είναι η εξ αποστάσεως εργασία, είναι η επέλαση του κεφαλαίου και στον χώρο της αυτοαπασχόλησης, που δεν είναι χώρος κατά κανόνα μικροαστών ή αφεντικών, αλλά είναι χώρος εργαζόμενων που έχουνε μπορέσει να μειώσουν την προλεταριοποίηση και την υπεραξία η οποία τους αποσπάται, και υπάρχει ένας ολόκληρος μηχανισμός από την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, την προπαγάνδα, το ένα, το άλλο κλπ για να μπορεί το είναι προς τιμήν του το ότι το αναδεικνύει, και βέβαια η μερική απασχόληση, εκ περιτροπής απασχόληση, τα μέτρα τα οποία έχουν ληφθεί κατά την πανδημία και τα λοιπά.

7) Το βιβλίο του Γιάννη αναδεικνύει ακόμα ένα άλλο σημαντικό μέγεθος, που είναι η ανάδειξη, είναι η παρέμβαση της εισαγόμενης νομοθεσίας στο Εργατικό Δίκαιο. Διότι είχαμε την αυταπάτη ότι θα μπει η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα δημιουργηθεί ο τέταρτος πυλώνας, ο Ενιαίος Κοινωνικός Χώρος και θα εξισωθούνε όλοι προς τα πάνω κλπ και, εν τέλει, απ’ όλο αυτόν τον απολογισμό των δεκαετιών που είναι η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα νομοθετήματα που έρχονται από εκεί, εκτός από τις ομαδικές απολύσεις και ορισμένα θεσμικά, κυρίως διακηρυκτικά, για την ισότητα των δύο φύλων, την παρενόχληση στον χώρο εργασίας σεξουαλική κλπ, όλα τα άλλα είναι νομοθετήματα τα οποία υποβαθμίζουν την θέση του εργαζομένου, ξεκινώντας από την Λευκή Βίβλο και φτάνοντας μέχρι τα μνημόνια. Όπως βέβαια το ίδιο ισχύει και στο χώρο του Ποινικού Δικαίου, και στον χώρο των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και στον χώρο της τρομο υστερίας κπλ, οι πηγές προμήθειας νομικού πολιτισμού τον οποίο εισάγει η ελληνική άρχουσα τάξη περιέχει χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων και των πολιτών και είναι κάτι το οποίο επίσης αναδεικνύεται και εδώ.

8) Το βιβλίο του Γιάννη περιέχει εξαιρετικά, κατά περιόδους, στατιστικά στοιχεία για την ανεργία, για την σύγκριση του μισθολογικού επιπέδου ανάμεσα στους Έλληνες εργαζόμενους και αυτούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τους μισθούς κλπ. Απομυθοποιεί την προπαγάνδα για δήθεν καλοπληρωμένους και τεμπέληδες Έλληνες εργαζόμενους, αυτά τα οποία μας λένε οι διάφοροι καθεστωτικοί σταθμοί και, ιδίως την περίοδο των μνημονίων, τα ξένα μέσα ενημέρωσης,

9) Το βιβλίο αναδεικνύει ακόμα και ένα φαινόμενο που είναι δευτερεύον, το αναδεικνύει εμμέσως βεβαίως, όχι πανηγυρικά, αλλά είναι σημαντικό κατά τη γνώμη μου, το φαινόμενο της πολυνομίας. Ο Γιάννης, αν έχω καταμετρήσει σωστά κατά τάξη μεγέθους, επικαλείται περί τα 360 συγγράμματα και παραπομπές και βιβλία στη βιβλιογραφία που παραθέτει στο τέλος και 138 νομοθετήματα τα οποία παραθέτει από το 1974 μέχρι τώρα. Η πολυνομία δεν είναι απλώς ένα ζήτημα τεχνικό που υπάρχει για να δυσκολεύει την ζωή των δικηγόρων μονάχα. Είναι ένας τρόπος με τον οποίο η εξουσία αυθαιρετεί και μπορεί να ανοίγει παραθυράκια, μπορεί να δημιουργεί «κάτω στιγμές», θα πω μια άλλη φράση του Μαρξ, που έλεγε ότι κάθε αστική ελευθερία εμπεριέχει μια άνω και μια κάτω στιγμή, η άνω στιγμή είναι εκείνη που καθιερώνει την ελευθερία και η κάτω στιγμή είναι εκείνη που την αναιρεί, και θα πρέπει να πω για όσους δεν το έχουνε ακούσει ότι, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 μια στατιστική η οποία έγινε σε σχέση με την πολυνομία στην Ελλάδα ανέδειξε το γεγονός ότι η σχέση του όγκου της νομοθετικής ύλης ανάμεσα στην Ελλάδα και τις δεκαπέντε πρώτες χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας τότε, μετέπειτα Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι – ακούστε – σαράντα προς ένα. Δηλαδή για ένα νόμο που έχει η Γαλλία, η Ιταλία, η Αγγλία, η Γερμανία, έχουμε σαράντα εμείς. Ας μου επιτραπεί να πω, γιατί δεν έχω ξαναδεί στατιστικά από τότε και μετά, ότι κατά τη γνώμη μου αυτό το μέγεθος έχει αυξηθεί ακόμα περισσότερο, αφενός διότι στην Ελλάδα υπάρχουν πάρα πολλά, να το πω έτσι, περιπτωσιολογικά, να το πω έτσι δίκαια, όπως είναι το εργατικό, όπως είναι το κοινωνικοασφαλιστικό, όπως είναι το φορολογικό ιδίως, που δεν ξέρει κανείς τίποτα, και δεύτερον διότι έχει επαυξηθεί πάρα πολύ αυτό που λέω πριν «εισαγόμενη νομοθεσία», που πάρα πολλές φορές είναι γνωστό ότι τα νομοσχέδια έρχονται και απλώς…μεταφράζονται πριν πάνε στην Βουλή, δεν τα επεξεργάζεται καμία νομοπαρασκευαστική επιτροπή ουσιαστικά στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, έρχονται έτοιμα και πάνε για ψήφιση, ιδίως από τα χρόνια των μνημονίων και μετά. Είναι πολύ σοβαρό ζήτημα το ζήτημα της πολυνομίας και οφείλει να απασχολεί και τους εργάτες, όχι μόνο τους δικηγόρους, και τους πολίτες, γιατί πολεμώντας την αποτρέπουν τον κατακερματισμό, την περιθωριοποίηση και την σχετικοποίηση των κατακτήσεων τους.

10) Ο Γιάννης κλείνει το βιβλίο με ορισμένα πολύτιμα στατιστικά στοιχεία στις σελίδες 248 έως 250 από τα οποία, έτσι εντελώς δειγματοληπτικά, να αναφερθώ σε μερικά, έχει ένα κεφάλαιο με τίτλο «Η γενική εικόνα της εργασίας» «στις αρχές του 2022, η επίσημη ανεργία προσεγγίζει το 12,2%, η επιδότηση της ανεργίας καλύπτει μόνο το 16% των ανέργων με επίδομα που αντιστοιχεί στο 60% του γενικού κατώτατου μισθού και χωρίς να καλύπτει τη μακροχρόνια ανεργία, παρότι αυτή αφορά το 65% του συνόλου των ανέργων, το ποσοστό απασχόλησης είναι το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 58%, λόγω της υψηλής ανεργίας, ένα μεγάλο μέρος του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, περί τις 530.000, έχει μεταναστεύσει στο εξωτερικό την τελευταία δεκαετία, το κύριο βάρος της απασχόλησης, 75%, εντοπίζεται στις υπηρεσίες («τριτοποίηση», που λέγαμε παλιά), το επίσημο ποσοστό της μισθωτής απασχόλησης είναι σταθερά το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 69%, λόγω της υψηλής παρουσίας της αυτοαπασχόλησης (ξαναλέω, γιατί είμαι δικηγόρος και με αφορά, γι’ αυτό και επελαύνει το κεφάλαιο και σε αυτήν, για να αυξήσει την μισθωτή εργασία και την εκμετάλλευση της), το ποσοστό της μισθωτής απασχόλησης με μειωμένα ωράρια εργασίας ανέρχεται στο 30% και άλλα πολλά, που δεν θα τα διαβάσω, διότι πρέπει και να αγοράσετε το βιβλίο για να τα δείτε.

Κλείνοντας την τοποθέτησή μου, θα ήθελα να πω ότι διαφωνώ στην άποψη της μελαγχολίας, δεν αισθάνομαι έτσι, πάλι θα επικαλεστώ ένα σύνθημα των Αριστερών Συσπειρώσεων Φοιτητών εκείνων των ηρωικών χρόνων ότι «Έχουμε το δικαίωμα στην ελπίδα, όσο εργαζόμαστε για την βεβαιότητα που την γεννάει». Προφανώς δεν περάσαν από τις Αριστερές Συσπειρώσεις Φοιτητών ούτε οι εργάτες της COSCO, ούτε οι εργάτες της efood, ούτε αυτοί των πετρελαίων Καβάλας, ούτε αυτοί των λιπασμάτων Καβάλας, ίσως λίγοι από τους υγειονομικούς που αγωνίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια και έσωσαν το δημόσιο σύστημα υγείας από την διάλυση και πέταξαν έξω τους εργολάβους από τα νοσοκομεία, ούτε οι εργάτες της Μαλαματίνας που, παρά την καταστολή, αγωνίζονται, και, εν πάση περιπτώσει, αυτά όλα τα λέω γιατί αυτοί οι αγώνες και ιδίως αυτές οι νίκες έχουνε μια αξία, γιατί έγιναν χωρίς πολιτικές προσδοκίας, χωρίς εκλογικές αυταπάτες, χωρίς αναβλητικές αιρέσεις ότι θα έρθει μια κυβέρνηση και με ένα νόμο θα σκίσει τα μνημόνια. Αποδείχθηκε άλλωστε ότι αυτός που είχε την ετοιμότητα να ασκήσει εξουσία ήταν η σημερινή κυβέρνηση, που προτού καλά-καλά φύγουν απ’ την ορκωμοσία και κάτσουν οι βουλευτές στις καρέκλες τους, δεν ξέρω πόσοι το ξέρετε αυτό, στις 8 Ιουλίου 2019, την επομένη των εκλογών του 2019, δημοσιευότανε ΦΕΚ το οποίο υπήγαγε την Ε.Υ.Π. υπό τον έλεγχο του Πρωθυπουργού και θεσμοποιήθηκε το καθεστώς των υποκλοπών. Αυτοί ήταν πραγματικά έτοιμοι «με ένα άρθρο και ένα νόμο να σκίσουν» και κάναν το ένα άρθρο και έναν νόμο, το ν. 4623/2019, που κατάργησε αυτό που έλεγα, το πανεπιστημιακό άσυλο και τις αιτιολογημένες απολύσεις. Άρα λοιπόν το ζήτημα είναι ότι δεν παίζει μόνο ένας στο γήπεδο, ένας νομοθετεί, πράγματι ένας έχει τους θεσμούς, παίζει και ο άλλος εκείνος που τις υφίσταται. Και η έκβαση δεν είναι πάντα υπέρ εκείνου που θεσμοθετεί. Οι νόμοι ψηφίζονται στη Βουλή και καταργούνται στο πεζοδρόμιο. Θεσμοθέτησε η κυβέρνηση το νόμο Χρυσοχοΐδη, ο οποίος στην ουσία απαγόρευσε τις συναθροίσεις. Και τι έκανε; Έχουνε πραγματοποιηθεί, με τα στοιχεία της ελληνικής αστυνομίας, χιλιάδες συναθροίσεις από τότε, και έχουν τηρήσει τις προϋποθέσεις του νόμου όχι περισσότερες από 20. Πείτε μου εσείς ποιος νίκησε !

Τίποτε άλλο, σας ευχαριστώ πολύ.

Αθήνα, 19.1.2023

Κώστας Παπαδάκης

 

Μοιραστείτε το άρθρο