«Ελληνική PISA»: Αφέλεια, υποκρισία ή ένα ακόμη χτύπημα στο δημόσιο σχολείο; ΑΚΥΡΩΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ PISA

10/5 Απεργούμε οι εκπαιδευτικοί/Απέχουν οι μαθητές

8πμ Ενημερώσεις έξω από τα εξεταστικά

Το ΥΠΑΙΘ από πέρσι πρόσθεσε τέσσερις ακόμα εξετάσεις πανελλαδικού χαρακτήρα την «ελληνική PISA», που θα βοηθήσουν, υποτίθεται, τη χώρα να ανέβει επίπεδο στη «διεθνή PISA» (Ν.4823/2021), στις υπάρχουσες γραπτές εξετάσεις (213 γραπτές δοκιμασίες, από τις οποίες οι τέσσερις είναι σε πανελλαδικό επίπεδο και οι δεκαοκτώ με θέματα από την Τράπεζα Θεμάτων, διαγωνίσματα τετράμηνων, προαγωγικές, απολυτήριες, πανελλαδικές). 

Οι εξετάσεις αυτές θα είναι στην Στ΄ Δημοτικού και στη Γ΄ Γυμνασίου, στη Γλώσσα και τα Μαθηματικά, διενεργούνται σε εθνικό επίπεδο, δηλαδή έχουμε πανελλαδικές στην Στ΄ Δημοτικού, στην Γ΄ Γυμνασίου και στην Γ΄ Λυκείου, ανεβάζοντας τον αριθμό των πανελλαδικών στις οκτώ και των γραπτών δοκιμασιών στις 217! Φέτος, όπως και πέρσι, αυτές οι, πανελλαδικής εμβέλειας, εξετάσεις της Στ΄ Δημοτικού και της Γ΄ Γυμνασίου, που διεξάγονται στις 10/5,  θα εφαρμοστούν σε δείγμα 600 σχολείων ενώ το Φθινόπωρο το ΥΠΑΙΘ διαμήνυε ότι τη σχολική χρονιά 2022-2023 θα περάσουν σε καθολική εφαρμογή για να συμπεριλάβουν όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες των αντίστοιχων τάξεων. Άλλωστε, ο νόμος προβλέπει την καθολική εφαρμογή του, και μάλιστα, αν χρειαστεί, σε περισσότερες τάξεις και σε περισσότερα μαθησιακά αντικείμενα. Η μεγάλη αντίσταση των γονέων, των εκπαιδευτικών αλλά και των ίδιων των μαθητ(ρι)ών ανάγκασε την κυβέρνηση να μην ολοκληρώσει τον σχεδιασμό της για φέτος. 

H κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ αναλαμβάνουν «εργολαβικά» να επιτελέσουν τις οδηγίες του ΟΟΣΑ με όχημα την επιχειρούμενη αξιολόγηση και τις εξετάσεις PISA. Το αντιεκπαιδευτικό τοπίο που ευαγγελίζονται είναι ο ανταγωνισμός και η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων, ο εξοστρακισμός των αδύναμων μαθητών των λαϊκών οικογενειών και η μετατροπή της γνώσης σε πραμάτεια.

Η παιδαγωγική ασέλγεια που επιχειρείται να σφραγίσει τις επόμενες δεκαετίες στοχεύει στη δομική αλλαγή της μορφής και του περιεχομένου του δημόσιου σχολείου.

Η «ελληνική PISA» πρέπει να καταργηθεί. Κι αυτό γιατί, αν και υποτίθεται ότι είναι καθαρά διαγνωστικού χαρακτήρα, οι εξετάσεις αυτές αποτελούν μία ακόμη ψηφίδα στο πλέγμα των αντιδραστικών αλλαγών που προωθεί η κυβέρνηση αυτήν την περίοδο (αξιολόγηση σχολείων και εκπαιδευτικών, αυτονομία, ανεστραμμένη τάξη, πλατφόρμα e-parents κλπ.), που αποσκοπούν στην περαιτέρω υποβάθμιση του ρόλου των εκπαιδευτικών, στον ασφυκτικό έλεγχο των σχολικών πρακτικών και υποκειμένων και εντέλει στην αποσάθρωση του δημόσιου σχολείου. 

Η ανάδυση μιας νέας μορφής εξετάσεων υψηλών απαιτήσεων συνδεδεμένων με άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά μετάλλαξης του δημόσιου σχολείου σε μια καινούργια μορφή, το επιχειρηματικό σχολείο, είναι από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της νεοφιλελεύθερης/νεοσυντηρητικής πολιτικής και της καπιταλιστικής ανασυγκρότησης των εκπαιδευτικών συστημάτων. Η νέα αυτή μορφή εξετάσεων είναι επενδυμένη ιδεολογικά με μια σειρά απόψεις, όπως η αυστηροποίηση της επιλογής στο εκπαιδευτικό σύστημα, η ενίσχυση της πειθαρχίας, η εισαγωγή επιχειρηματικών μοντέλων στη διοίκηση της εκπαίδευσης (νέο δημόσιο management), η κυριαρχία της δεξιότητας και της πληροφορίας πάνω στη γνώση στα πλαίσια της εκπαιδευτικής διαδικασίας, η ένταση της κοινωνικής επιλογής και του ταξικού ξεδιαλέγματος του μαθητικού πληθυσμού από τα πρώιμα στάδια της εκπαιδευτικής διαδικασίας, η κυριαρχία της κατάρτισης έναντι της πρόσβασης στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, ο ανταγωνισμός, η αυτονομία της σχολικής μονάδας και η διαμόρφωση μιας εκπαιδευτικής αγοράς σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, μέσα από την ύπαρξη κριτηρίων αξιολόγησης σχολείων, μαθητών, εκπαιδευτικών και εκπαιδευτικών συστημάτων ως μηχανισμό για τη σύγκριση και την ιεραρχική κατάταξή τους.

Βασικό επιχείρημα για τη θεσμοθέτηση των εξετάσεων αυτών είναι ότι θα βοηθήσουν στη «βελτίωση της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση γενικότερα». Τα αποτελέσματα των εξετάσεων θα αξιοποιούνται από την Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε. και το ΙΕΠ «για προτάσεις βελτιώσεων στα Προγράμματα Σπουδών, στο εκπαιδευτικό υλικό, στη διδακτική μεθοδολογία, για προσεγγίσεις συμπεριληπτικής και αντισταθμιστικής εκπαίδευσης, καθώς και για την ανάπτυξη εστιασμένων επιμορφωτικών δράσεων». 

Και μόνο αυτό δείχνει ότι κυβέρνηση και ΥΠΑΙΘ έχουν άλλους στόχους. Κι αυτό γιατί στο σχολείο οι μαθητές και οι μαθήτριες δεν μαθαίνουν απλά και μόνο να λύνουν κάποια προβλήματα μαθηματικών ή να απαντούν σε μερικές ερωτήσεις κατανόησης κειμένου, γραμματικής ή συντακτικού. Πέρα και πάνω από την απόκτηση αυτών των δεξιοτήτων, στο σχολείο αυτονομούνται και ανεξαρτητοποιούνται, καλλιεργούν το πνεύμα της ομαδικότητας και της συνεργασίας, αναπτύσσουν την κριτική και αναλυτική σκέψη, αποκτούν νέες γνώσεις και δημιουργούν, ασκούνται στον προφορικό και γραπτό λόγο, βρίσκονται αντιμέτωποι με σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα και διαχρονικά φιλοσοφικά ερωτήματα, ωριμάζουν συναισθηματικά, γίνονται υπεύθυνοι. 

Το να ισχυρίζεται κανείς ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα βελτιωθεί βάσει των πορισμάτων που θα προκύψουν από καμιά εκατοστή ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής είναι στην καλύτερη αφέλεια και στη χειρότερη υποκρισία. 

Με την «ελληνική PISA», ήδη από το δημοτικό, εκπαιδευτικοί και μαθητές/τριες θα μπούνε σε έναν αγώνα δρόμου για να αντεπεξέλθουν στις φασόν πανελλήνιου τύπου εξετάσεις που θα οδηγήσουν στην κατηγοριοποίηση και ιεράρχηση όλων των σχολείων. 

Μπορεί τα αποτελέσματα να μην είναι εξατομικευμένα, αλλά θα δημοσιοποιούνται ανά περιφέρεια, ανά διεύθυνση ή σχολική μονάδα. Το προεκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ περιλαμβάνει την ελεύθερη επιλογή σχολείου κατά το νεοφιλελεύθερο/θατσερικό πρότυπο της δεκαετίας του ‘80. Αυτό σχετίζεται άμεσα και με συγκεκριμένο τρόπο με τις εξετάσεις PISA. Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο εκπαιδευτικής πολιτικής προβλέπει εξετάσεις τύπου PISA, δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων, κατηγοριοποίηση των σχολείων και «ελεύθερη» επιλογή σχολείου από την/τον γονέα. Πρόκειται για μια επιλογή τεράστιας αύξησης των ανισοτήτων και μορφωτικής περιθωριοποίησης των λαϊκών στρωμάτων. Ένα σχέδιο απόλυτης ταξικής επιλογής, όπως δείχνει η διεθνής εμπειρία, που έχει ως αποτέλεσμα σχολεία να κλείνουν ή να κινδυνεύουν με κλείσιμο και εκπαιδευτικοί με απολύσεις. Όπως η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, έτσι και η «ελληνική PISA» σκοπό έχει να κατατάξει ιεραρχικά τα σχολεία, επιβάλλοντας συνθήκες στυγνού ανταγωνισμού και κανιβαλισμού στην εκπαίδευση. Κάποια σχολεία θα χαρακτηριστούν «κολέγια», ενώ άλλα «χωματερές», οι εκπαιδευτικοί θα διαγκωνίζονται ποιοι θα εξασφαλίσουν τα υψηλά αποτελέσματα για να τραβήξουν τους μαθητές και τις μαθήτριες με τις «καλύτερες» επιδόσεις, οι γονείς θα συγκρίνουν βαθμολογίες και θα κάνουν τα αδύνατα δυνατά να βάλουν τα παιδιά τους στο «καλύτερο» σχολείο, ενώ τα παιδιά θα αναγκάζονται να αναγνωρίσουν και να αποδεχθούν τη θέση τους στο ιεραρχικό αυτό σύστημα. Λίγη σημασία θα έχει για τα παιδιά αν τα αποτελέσματα δεν θα βγαίνουν επώνυμα, όταν θα γνωρίζουν ότι το σχολείο τους «έχει πατώσει» ή «έχει διαπρέψει». Αυτομάτως, θα βρίσκονται με την ταμπέλα του παιδιού από το καλό σχολείο ή εκείνου από το κακό σχολείο. 

Αν κάποιος θεωρεί ότι οι εξετάσεις αυτές απλά θα είναι μια τυπική υποχρέωση του σχολείου που θα καλυφθεί σε μία μέρα στο τέλος της χρονιάς και τίποτε παραπάνω, απατάται οικτρά. Κι αυτό γιατί, με δεδομένο ότι τα αποτελέσματά τους θα επηρεάσουν την κατάταξη του σχολείου και θα δημοσιοποιηθούν, οι εξετάσεις αυτές θα αποτελέσουν παράγοντα καθοριστικό για τη διδασκαλία. Έτσι, αυτές οι «φασόν» εξετάσεις θα οδηγήσουν και σε «φασόν» διδασκαλία, διδασκαλία περιορισμένη σε στεγνά και στενά καλούπια. Για να πετύχουν καλύτερα αποτελέσματα, οι εκπαιδευτικοί θα πιεστούν να εστιάσουν περισσότερο στα συγκεκριμένα μαθήματα, θα αφιερώσουν πολύτιμο χρόνο προετοιμάζοντας τους μαθητές και τις μαθήτριες στο συγκεκριμένο τύπο ερωτήσεων και στη συγκεκριμένη ύλη, προσχεδιασμένα μαθήματα και υλικό θα κυκλοφορήσουν άνωθεν και έξωθεν για “να βοηθήσουν” στην καλύτερη επίδοση των μαθητών/τριών και του σχολείου, η διδασκαλία και η μάθηση θα δώσουν τη θέση τους στη στείρα προπόνηση για εξετάσεις. Σε αυτό το εντεινόμενα τεχνοκρατικό πλαίσιο, ακόμα και η σπερματική εκδοχή κοινωνικής συνοχής που καλλιεργείται τώρα, θα αντικατασταθεί από έναν ατελείωτο κοινωνικό κανιβαλισμό του τύπου «όλοι εναντίον όλων», προκειμένου να αποφύγουν να βρεθούν στον «πάτο» και να βγουν στην «κορυφή». 

Πρόκειται λοιπόν, για μηχανισμούς προώθησης της ιδιωτικοποίησης της δημόσιας εκπαίδευσης, στις οποίες οι τάσεις της αυτονομίας της σχολικής μονάδας συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται με τις τάσεις έντασης του κρατικού ελέγχου και ενίσχυσης της κρατικής παρέμβασης στην εκπαιδευτική διαδικασία.

Αποτελούν βασική πλευρά του νεοφιλελεύθερου σχεδίου για την εκπαίδευση, είναι αποτέλεσμα της κυριαρχίας του μοντέλου της αποτελεσματικότητας στην εκπαίδευση, του μοντέλου, δηλαδή, της καπιταλιστικής επιχείρησης. Οι νεοσυντηρητικές πολιτικές αναζήτησαν στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των εταιρειών τις προτάσεις τους για τη μεταρρύθμιση του σχολείου. Η έμφαση στα αποτελέσματα θεωρείται βασικός όρος για την επιβίωση στον ανταγωνισμό στον οποίο εισάγονται και τα εκπαιδευτικά συστήματα. Είναι στενά συνδεδεμένες με τα συστήματα της απόδοσης λόγου και αποτελούν μηχανισμούς υλοποίησής του, κατατάσσοντας σχολεία  και το μαθητικό δυναμικό σε ιεραρχικές κατηγορίες, ανάλογα με την κοινωνικοοικονομική τους θέση και τη θέση του σχολείου στον κοινωνικό του χώρο. Έτσι μετατοπίζουν την ευθύνη της σχολικής αποτυχίας από τις ασκούμενες εκπαιδευτικές πολιτικές στα θύματά τους (εκπαιδευτικούς και μαθητές), τους οποίους περιθωριοποιούν εκπαιδευτικά και αποδυναμώνουν εργασιακά. Αποτελούν μηχανισμούς εξουσίας και ελέγχου των σχολείων, ελέγχου τους από απόσταση, μέσω μιας ιεραρχικής επιτήρησης, που εξασφαλίζει την προσήλωσή στους στην υλοποίηση των στόχων της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Προωθούν μια αυστηρή περιχαράκωση και ταξινόμηση των γνωστικών αντικειμένων. Στα πλαίσια αυτών των εξετάσεων οι μαθητές ανάλογα με τις επιδόσεις τους στα τυποποιημένα τεστ υψηλών επιδόσεων αποκτούν μια διαφορετική αξία για το ίδιο το σχολείο. Οι μαθητές που επιτυγχάνουν υψηλές επιδόσεις είναι στυλοβάτες της φήμης και του υψηλού κύρους του σχολείου, ενώ οι μαθητές που αποτυγχάνουν αποτελούν τον κίνδυνο για την καταβαράθρωση της φήμης του και κατά συνέπεια δεν είναι επιθυμητοί. Εδώ υπάρχει μια θεμελιώδης ανατροπή: Από ένα σύστημα που μέχρι τώρα θεωρούσε ότι το σχολείο είναι αυτό που πρέπει να προσφέρει στον μαθητή περνάμε σ’ ένα διαφορετικό που θεωρεί ότι ο μαθητής είναι αυτός που πρέπει να δώσει και να ενισχύσει το σχολείο. Στα πλαίσια αυτής της αντίληψης διαμορφώνονται τρεις κατηγορίες μαθητικού πληθυσμού, ανάλογα με τον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι μαθητές από τα σχολεία σε σχέση με τον ανταγωνισμό και την επιβίωση μέσα από τις εθνικές εξετάσεις. Η πρώτη κατηγορία αφορά τους μαθητές με υψηλές επιδόσεις που γίνονται αποδεκτοί, οι μαθητές με μέτριες ως οριακά μέτριες επιδόσεις που υπάρχει η δυνατότητα βελτίωσης τους, και οι μαθητές με χαμηλές και πολύ χαμηλές επιδόσεις που ουσιαστικά είναι αποβλητέοι από αυτή τη διαδικασία. Στην προσπάθεια να σταθούν στον ανταγωνισμό των εθνικών τεστ, τα σχολεία ωθούνται να δίνουν βάρος κυρίως στη μεσαία κατηγορία του μαθητικού πληθυσμού με την ελπίδα βελτίωσης τους και της αύξησης του αριθμού μαθητών που στις εθνικές εξετάσεις θα παρουσιάσουν θετικά αποτελέσματα. Τέλος υπάρχει η οπισθοδρόμηση στις παιδαγωγικές μεθόδους διδασκαλίας με την κυριαρχία της εντατικής απομνημόνευσης και της μετωπικής διδασκαλίας, καθώς και με τον εξοβελισμό οποιασδήποτε άλλης γνώσης δεν αποτελεί ύλη των εθνικών εξετάσεων και υποτίμηση των μαθημάτων που δεν εξετάζονται σ’ αυτές.

Για όλους αυτούς τους λόγους οι εξετάσεις PISA μόνο αθώες δεν είναι! 

Ταυτόχρονα: 

Ότι οι εξετάσεις αυτές αφορούν αποκλειστικά τα διδακτικά αντικείμενα της Γλώσσας και των Μαθηματικών, γεγονός που σημαίνει ότι θα αφιερώνονται περισσότερες ώρες στα συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα, ενώ θα παραγκωνίζονται τα υπόλοιπα, με αποτέλεσμα να πηγαίνει περίπατο οποιαδήποτε έννοια ολόπλευρης ανάπτυξης και ουσιαστικής καλλιέργειας των μαθητών/τριών. 

Ότι η αξιολόγηση που επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στις ικανότητες της γλώσσας και των μαθηματικών αγνοεί τις αρχές της πολλαπλής νοημοσύνης και παραβλέπει εντελώς τα διαφορετικά είδη νοημοσύνης, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίζονται και να κατηγοριοποιούνται από μικρή ηλικία τα παιδιά με μονομερή και άδικο τρόπο. 

Ότι οι εξετάσεις θα έχουν τη μορφή ερωτημάτων πολλαπλής επιλογής και οι απαντήσεις, σημειωμένες σε ειδικά διαμορφωμένα έντυπα, θα αποστέλλονται στο ΙΕΠ για καταχώριση σε ειδικά διαμορφωμένη βάση δεδομένων. Αυτός ο τύπος εξέτασης μπορεί να βολεύει ως φτηνός μιας και τα γραπτά βαθμολογούνται από μηχάνημα γρήγορα και εύκολα, όλοι όμως οι εκπαιδευτικοί των σχετικών ειδικοτήτων, φιλόλογοι και μαθηματικοί, γνωρίζουν ότι δεν είναι δυνατόν να αξιολογήσεις το επίπεδο ενός ατόμου στη γλώσσα ή τα μαθηματικά με τέτοιου τύπου ερωτήσεις. 

Ότι οι εξετάσεις μπαίνουν ακριβώς στην τελευταία τάξη του Δημοτικού και του Γυμνασίου, σε εκείνο το σημείο, δηλαδή, που παλαιότερα υπήρχαν οι εισαγωγικές εξετάσεις για την επόμενη βαθμίδα. Στην παρούσα φάση, μπορεί να τους προσδίδεται διαγνωστικός χαρακτήρας, αλλά αν εφαρμοστούν και εδραιωθούν, θα είναι πολύ μικρό το βήμα για να λειτουργήσουν ως εισαγωγικές εξετάσεις. Σημειωτέον ότι η θεσμοθέτηση εξετάσεων για τη μετάβαση από την πρωτοβάθμια στη δευτεροβάθμια και από το γυμνάσιο στο λύκειο απλά θα ενισχύσουν τη σχολική διαρροή. Ο στόχος, όμως, ενός συμπεριληπτικού ανοιχτού σχολείου είναι να δίνει χώρο και θέση σε όλα τα παιδιά και όχι να διώχνει όσα δεν ταιριάζουν στο καλούπι.

Φυσικά, όπως γίνεται φανερό, δεν πρόκειται απλά για μία σειρά εξετάσεων με αδύνατα σημεία που θα μπορούσε να γίνει πιο ουσιαστική και γόνιμη με τις απαραίτητες βελτιωτικές κινήσεις. 

Γι’ αυτό καλούμε ΣΕΠΕ και ΕΛΜΕ, ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, τους φορείς και τις συλλογικότητες του γονεϊκού κινήματος, τους μαθητές ΝΑ ΤΙΣ ΑΚΥΡΩΣΟΥΜΕ! Να μην επιτρέψουμε να «νεκρώσει» η γνώση και η κριτική σκέψη, κάθε ζωντανή λειτουργία του δημόσιου σχολείου, και να μετατραπεί σε τυποποιημένη μετρήσιμη δεξιότητα, τόση και αυτή που απαιτεί η αγορά.

-Οργανώνουμε καμπάνια πολύπλευρης ενημέρωσης κι αντίστασης

Συμμετέχουμε: 

-Στη στάση εργασίας που έχουν κηρύξει ΔΟΕ/ΟΛΜΕ στις 10/5, μέρα διεξαγωγής των εξετάσεων

Καλούμε: 

-Τα πρωτοβάθμια εκπαιδευτικά σωματεία να κηρύξουν αντίστοιχες στάσεις εργασίας 

-Τους εκπαιδευτικούς των σχολείων να συζητήσουν και να απορρίψουν τη συμμετοχή των σχολείων τους στο διαγωνισμό 

-Τους φορείς του γονεϊκού και του μαθητικού κινήματος να καλέσουν γονείς και μαθητές σε αποχή 

-Να οργανωθούν συγκεντρώσεις και κινητοποιήσεις ακύρωσης των εξετάσεων έξω από τα σχολεία που διεξάγονται οι εξετάσεις

Ανεξάρτητη Ριζοσπαστική Παρέμβαση


Μοιραστείτε το άρθρο