Φοιτητικά δάνεια… business as usual

Μία από τις εισηγήσεις της επιτροπής Πισσαρίδη, την οποία η κυβέρνηση επιφόρτισε με το «έργο» δημιουργίας  προτάσεων ανάπτυξης, προτείνει την εισαγωγή φοιτητικών δανείων, υποστηρίζοντας ότι με αυτήν την πρακτική θα δημιουργήσει ευνοϊκότερες συνθήκες για τους μη προνομιούχους οικονομικά, μελλοντικούς φοιτητές.

Τα τελευταία χρόνια είναι έκδηλη η προσπάθεια των κυβερνήσεων σε αγαστή συνεργασία με τις διοικήσεις πολλών τμημάτων, η αναδημιουργία ενός νέου συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που ξεκινά από ακαδημαϊκό κομμάτι και φτάνει μέχρι και την εισαγωγή πανεπιστημιακής αστυνομίας σε ένα ήδη υπεράριθμο αναλογικά με τον πληθυσμό, σώμα αστυνόμευσης. Στο ακαδημαϊκό και οικονομικό κομμάτι, μία μεταρύθμιση που απέκλεισε άμεσα μεγάλο μέρος των φοιτητών από τις μεταπτυχιακές σπουδές ήταν η εισαγωγή διδάκτρων στα περισσότερα τμήματα, με αυτά να φτάνουν σε ορισμένες περιπτώσεις ιλιγγιώδη ποσά που είναι φανερό ότι μόνο μία οικονομική ελίτ έχει τη δυνατότητα να καλύψει. Με αυτόν τον τρόπο η εισαγωγή σε μεταπτυχιακά προγράμματα γινόταν ακόμα πιο δύσκολη για φοιτητές οι οποίοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα αλλά και τον απαιτούμενο χρόνο παρακολούθησης, ιδιαίτερα αν πρέπει να δουλεύουν για να καλύψουν τα δίδακτρα.

Θέλοντας να μετατρέψουν την τριτοβάθμια εκπαίδευση σε business, κατά καιρούς εισηγήθηκαν και προχώρησαν σε μεταρρυθμίσεις με στόχο την προσέλκυση φοιτητών από άλλες χώρες, τη δημιουργία ξενόγλωσσων προγραμμάτων κ.α, έχοντας ως παράδειγμα τον τρόπο λειτουργίας συγκεκριμένων Ευρωπαϊκών και όχι μόνο, χωρών. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η πρόταση για την εισαγωγή φοιτητικών δανείων με όρους την αποπληρωμή μετά την ένταξη στην αγορά εργασίας, να μην προστίθενται τόκοι και να αρχίσουν να αποπληρώνονται από ένα ποσό και πάνω. Η πρόταση αυτή «βασίζεται» πάνω στη λογική ότι θα έχουν τη δυνατότητα φοιτητές των ασθενέστερων στρωμάτων να μπορέσουν να προχωρήσουν με τις σπουδές τους παίρνοντας αυτό το δάνειο το οποίο θα αποπληρώσουν όταν υπάρξουν οι ευνοϊκές συνθήκες.

Οι όροι που προτείνονται θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό αυτούς του Ηνωμένου Βασιλείου όπου προπτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές είχαν τη δυνατότητα να πάρουν δάνεια από το κράτος με συγκεκριμένες προϋποθέσεις (αποπληρωμή πάνω από ένα ποσό μισθού το οποίο ορίζεται με συντελεστές ανάλογα με τη χώρα εργασίας, παραγραφή στα 30 χρόνια αν δεν ξεπεραστεί ποτέ αυτό το όριο μισθού και τόκους που αυξάνουν κάθε χρόνο το συνολικό χρέος). Η παροχή φοιτητικών δανείων βασίζονταν στη λογική ότι οι περισσότεροι από αυτούς που αποφοιτούσαν ντόπιους και ξένους, θα απορροφούνταν από την αγορά εργασίας και οι μισθοί θα ήταν κατευθείαν ή σχετικά άμεσα τέτοιοι, όπου θα ξεκινούσε η αποπληρωμή των δανείων. Οι συνεχείς τόκοι θα εξασφάλιζαν ότι ακόμα και μεγάλο μέρος των φοιτητών που δεν θα τακτοποιούσαν ποτέ το χρέος θα καλύπτονταν από αυτούς που θα το έκαναν και ταυτόχρονα θα τόνωναν την οικονομία και θα έκαναν ακόμα πιο ελκυστική την προοπτική των σπουδών σε χώρες του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου η εκπαίδευση σε δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα είναι σε μεγάλο βαθμό μία μπίζνα στην οποία βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό ως κράτος (έξοδα κόστους ζωής, φοιτητικές εστίες δημόσιες και ιδιωτικές, νυχτερινή διασκέδαση κ.α). Ένας τεράστιος αριθμός φοιτητών από της χώρες του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και από κάθε χώρα της γης εισέρχεται κάθε χρόνο στα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Παρόλα αυτά το χρέος από τα φοιτητικά δάνεια είναι εν τέλει τεράστιο (140 δις λίρες), οι φοιτητές φορτώνονται έστω και χωρίς να αποτελεί άμεσο βάρος, με ένα τεράστιο χρέος στην πλάτη τους και πολλοί βλέπουν ότι δεν αποτελεί επένδυση γι΄αυτούς, αν δεν υπάρχουν ή είναι αρκετά περιορισμένες οι ευκαιρίες στη συνέχεια για να ενταχθούν στην αγορά εργασίας όταν η κρίση γίνεται ευκαιρία εκμετάλλευσης σε βάρος των εργαζομένων.

Αντίστοιχα παραδείγματα υπάρχουν και σε άλλες χώρες όπως στις ΗΠΑ όπου μετά την κρίση που ξέσπασε με βάση τα κόκκινα στεγαστικά δάνεια, τα φοιτητικά δάνεια αποτελούν μία συνεχή φούσκα έτοιμη να σκάσει. Με την ανεργία να αυξάνεται δραματικά, ένα πολύ μεγάλο τμήμα του πληθυσμού έχει φορτωθεί τεράστια ποσά τα οποία δεν μπορεί να αποπληρώσει ή δουλεύει για να αποπληρώνει. Ένας φαύλος κύκλος με ένα τεράστιο για τη χώρα χρέος (σύμφωνα με το forbes το χρέος φτάνει μέσα στο 2020 το 1.68 τρισεκατομμύρια δολάρια) που βαραίνει πολυεπίπεδα τους απόφοιτους που δεν βλέπουν και το απαραίτητο αντίκρυσμα σε εργασιακό επίπεδο.

Στηριζόμενοι πάνω σε αυτές τις πρακτικές είναι φανερή η προσπάθεια δημιουργίας στην Ελλάδα, μίας λογικής όπου η τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί τομέα για να γίνουν επιχειρηματικές κινήσεις με κέρδη για συγκεκριμένους και πρόσβαση για λίγους. Εκ των πραγμάτων ακόμα και τώρα και οι προπτυχιακές σπουδές είναι μία δύσκολη υπόθεση για τις οικογένειες που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να στηρίξουν τις σπουδές των παιδιών τους. Το φόρτωμα ενός δανείου ακόμα και με όρους που δεν θα απαιτούν την άμεση αποπληρωμή τους δημιουργεί μία λογική εντατικοποίησης και συνεχούς στρες για τους φοιτητές, στη λογική ότι όλα είναι μία μεγάλη επιχείρηση που πρέπει συνεχώς να λειτουργεί με τις μηχανές στο κόκκινο και παρόλο που ευαγγελίζεται την μείωση των ανισοτήτων δημιουργεί με ταξικά κριτήρια μοχλούς πίεσης για τους οικονομικά ασθενέστερους. Εξάλλου είναι φανερή η πρόθεση της κυβέρνησης να μπουν και δίδακτρα στα προπτυχιακά κάποια στιγμή, με τα δάνεια να ανοίγουν το δρόμο πιο εύκολα.

Σε ένα άλλο επίπεδο, αυτό της οικονομίας, η αποφυγή της δημιουργίας ενός πολύ μεγάλου χρέους βασισμένο στα φοιτητικά δάνεια είναι αδύνατη, και ειδικά όταν η οικονομία βρίσκεται σε τέτοιο αδιέξοδο και οι σπουδές δεν εγγυούνται επ΄ουδενί την ένταξη στην αγορά εργασίας και πόσω μάλλον σε επαγγέλματα σχετικά με των τομέα σπουδών. Τα δάνεια επομένως θα επιβαρύνουν τους φοιτητές και ταυτόχρονα δεν θα είναι δυνατή σε ένα τεράστιο ποσοστό η αποπληρωμή τους.

Η προστασία της εκπαίδευσης από τις πρακτικές δημιουργίας επιχειρήσεων είναι ένα στοίχημα που αφορά όλη την κοινωνία, και είναι φανερό ότι οι κυβερνητικές στοχεύσεις σε δημόσιο και ιδιωτικό επίπεδο, πρακτικά επιβαρύνουν και αποκλείουν τους οικονομικά ασθενέστερους και ευνοούν μία ελίτ.

Θάνος Λεύκος Παναγιώτου

Μοιραστείτε το άρθρο